εστιατόριο
Gréčtina[upraviť]
Výslovnosť[upraviť]
- IPA: [e.sti.aˈto.ɾi.o]
Delenie[upraviť]
- ε-στι-α-τό-ρι-ο
Podstatné meno[upraviť]
- rod stredný
Skloňovanie[upraviť]
▼ Pád ╲ Číslo ► | Singulár | Plurál |
---|---|---|
Nominatív | εστιατόριο | εστιατόρια |
Genitív | εστιατορίου / εστιατόριου | εστιατορίων |
Akuzatív | εστιατόριο | εστιατόρια |
Vokatív | εστιατόριο | εστιατόρια |