Preskočiť na obsah

μεγαλομανικός

Zo stránky Wikislovník

Gréčtina

[upraviť]

Výslovnosť

[upraviť]
  • IPA: [mɛ.ɣa.lo.ma.ni.ˈkos]

Prídavné meno

[upraviť]

Skloňovanie

[upraviť]
Číslo singulár plurál
Rod mužský ženský stredný mužský ženský stredný
nominatív μεγαλομανικός μεγαλομανική μεγαλομανικό μεγαλομανικοί μεγαλομανικές μεγαλομανικά
genitív μεγαλομανικού μεγαλομανικής μεγαλομανικού μεγαλομανικών μεγαλομανικών μεγαλομανικών
akuzatív μεγαλομανικό(ν) μεγαλομανική μεγαλομανικό μεγαλομανικούς μεγαλομανικές μεγαλομανικά
vokatív μεγαλομανικέ μεγαλομανική μεγαλομανικό μεγαλομανικοί μεγαλομανικές μεγαλομανικά

Význam

[upraviť]
  1. megalomanský, velikášsky, megalomanický

Príbuzné slová

[upraviť]