σταλινιστικός
Vzhľad
Gréčtina
[upraviť]Výslovnosť
[upraviť]- IPA: [sta.li.nis.ti.ˈkos]
Prídavné meno
[upraviť]Skloňovanie
[upraviť]Číslo | singulár | plurál | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
Rod | mužský | ženský | stredný | mužský | ženský | stredný |
nominatív | σταλινιστικός | σταλινιστική | σταλινιστικό | σταλινιστικοί | σταλινιστικές | σταλινιστικά |
genitív | σταλινιστικού | σταλινιστικής | σταλινιστικού | σταλινιστικών | σταλινιστικών | σταλινιστικών |
akuzatív | σταλινιστικό(ν) | σταλινιστική | σταλινιστικό | σταλινιστικούς | σταλινιστικές | σταλινιστικά |
vokatív | σταλινιστικέ | σταλινιστική | σταλινιστικό | σταλινιστικοί | σταλινιστικές | σταλινιστικά |