φτερό
Vzhľad
Gréčtina
[upraviť]Výslovnosť
[upraviť]- IPA: [fteˈɾo]
Podstatné meno
[upraviť]- rod stredný
Skloňovanie
[upraviť]▼ Pád ╲ Číslo ► | Singulár | Plurál |
---|---|---|
Nominatív | φτερό | φτερά |
Genitív | φτερού | φτερών |
Akuzatív | φτερό | φτερά |
Vokatív | φτερό | φτερά |
Význam
[upraviť]Synonymá
[upraviť]Príbuzné slová
[upraviť]- αναφτερουγίζω
- αναφτερούγισμα
- γοργόφτερος
- ξεφτέρι
- φτέρη
- φτεροκοπάω
- φτεροκοπώ
- φτεροκόπημα
- φτεροπόδαρος
- φτερούγα
- φτερουγάω
- φτερουγώ
- φτερουγίζω
- φτερούγισμα
- φτέρωμα
- φτερώνω
- φτερωτή
- φτερωτός
- ακρόφτερο